ΝΥΧΤΕΡΙΑ.doc

ΝΥΧΤΕΡΙΑ

 

              Από του Αγίου Δημητρίου που μεγάλωναν οι νύχτες άρχιζαν τα νυχτέρια. Από νωρίς μαζεύονταν οι μανάδες και οι κόρες τους πότε στο ένα σπίτι πότε στο άλλο με τα εργόχειρά τους. Οι κοπέλες ετοίμαζαν την προίκα τους. Η βραδιά περνούσε ευχάριστα με φαγοπότι γύρω από το αναμμένο μαγκάλι ή το τζάκι. Έλεγαν αινίγματα, τραγουδούσαν και έλεγαν παραμύθια. Συνήθως το παραμύθι το άρχιζε η γιαγιά: “θα σε πω ένα παραμύθι, μύθι παραμύθαρος και η κοιλιά σου πίθαρος!”. Δε νυχτέρευαν τα βράδια της Τρίτης “για νάναι γερά τα παιδιά” και της Πέμπτης. Δεν το είχαν σε καλό να τελειώσουν εργόχειρο Σάββατο και στο ράψιμο άφηναν βελόνι με περασμέν η κλωστή “για να τρέχει η τύχη τους”.