Πηγές
Μετάβαση στο τέλος των μετα-δεδομένων
Μεταφορά στην αρχή του μεταδεδομένων
 

Πηγή στην ιστορία είναι κάθε τί που μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για ένα ζήτημα του παρελθόντος.

Μπορούμε να δημιουργήσουμε πολλές κατηγοριοποιήσεις για τις πηγές. Παλιότερα μιλούσαμε για άμεσες και έμμεσες, πρωτογενείς και δευτερογενείς, γραπτές πηγές και μνημεία ή ευρήματα κλπ.

Μια άλλη προσέγγιση είναι να κατατάξουμε τις πηγές με ένα συνδυασμό κριτηρίων που λαμβάνουν υπόψη τους το πλαίσιο και το χρόνο δημιουργίας των πηγών, τη σχέση τους με την εποχή μας και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να τις προσεγγίσουμε.

Μια πρώτη κατηγορία πηγών αποτελούν τα τεκμήρια που δημιουργήθηκαν -και συνεχίζουν να δημιουργούνται- για να εξυπηρετήσουν ανάγκες της εποχής τους. Κανονικά αυτές οι πηγές βρίσκονται στα αρχεία των οργανισμών ή των προσώπων που τις δημιούργησαν ή εκείνων προς τους οποίους απευθύνονται. Μπορεί όμως να βρίσκονται και αλλού, σε δημόσια και ιδιωτικά αρχεία ή συλλογές.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την ιστορία ενός σχολείου: το ίδιο το σχολείο πρέπει να διαθέτει αρχείο με καταλόγους μαθητών και διδασκόντων, βιβλίο πρακτικών για τις αποφάσεις της διεύθυνσης, την αλληλογραφία με το Υπουργείο κλπ. Παράλληλα όμως μπορεί ο Δήμος ή η Πολεοδομία να έχουν τεκμήρια για την ανέγερση του κτηρίου του σχολείου και οι παλιοί διδάσκοντες ή μαθητές να έχουν φυλάξει έγγραφα που τους αφορούν, αναμνηστικές φωτογραφίες κλπ.

Τεκμήρια παλαιότερων εποχών και θεσμών που δεν υπάρχουν πια φυλάσσονται στα ιστορικά αρχεία. Τεκμήρια αυτής της κατηγορίας μπορούν, εκτός από έγγραφα και χειρόγραφα βιβλία, να είναι σχέδια, χάρτες, φωτογραφίες, φιλμ, video ή ψηφιακά αρχεία.

Μια δεύτερη κατηγορία πηγών είναι τα αντικείμενα που έχουν σωθεί από το παρελθόν και είτε βρίσκονται σε ανοικτούς χώρους, όπως τα αρχιτεκτονικά έργα, είτε φυλάσσονται σε μουσεία και συλλογές. Από τα νεότερα χρόνια έχουμε πολλά αντικείμενα που βρίσκονται σε ιδιωτικούς χώρους, επειδή συνδέονται με την ιστορία των ίδιων των προσώπων που τα κατέχουν και των οικογενειών ή των κοινοτήτων τους. Πολλά βρίσκονται στα χέρια συλλεκτών ή συλλόγων που προσπαθούν να διασώσουν στοιχεία από το παρελθόν. Τα περισσότερα από αυτά τα αντικείμενα χρειάζονται ειδική μεταχείριση και γνώσεις για να συντηρηθούν σωστά και να ερμηνευτούν. Κυρίως βρίσκονται στα αρχαιολογικά, λαογραφικά, ιστορικά ή θεματικά μουσεία.

Μια τρίτη κατηγορία αποτελούν οι πληροφορίες και τα τεκμήρια που έχουν δημοσιευτεί σε βιβλία ή στο Διαδίκτυο, είτε αυτούσια, είτε επεξεργασμένα. Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερο, τηλεοπτικές παραγωγές και ντοκιμαντέρ παίζουν το ρόλο που είχαν παλιότερα μόνο τα έντυπα και πρέπει να θεωρούνται μια άλλη κατηγορία δημοσίευσης. Στην ίδια κατηγορία εντάσσονται και τα κείμενα που μας δίνουν πληροφορίες για ένα θέμα, αλλά δημιουργήθηκαν μετά από το γεγονός που εξετάζουμε, όπως ένα βιβλίο για την ιστορία του σχολείου που αναφέραμε πιο πάνω, μια αυτοβιογραφία ενός παλιού μαθητή ή διδάσκοντα, ένα αφιέρωμα στον τοπικό τύπο κοκ.

Αυτές οι πηγές πληροφοριών χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή γιατί, είτε από τη φυσική εξασθένηση της μνήμης, είτε από σκοπιμότητα, μπορεί να μεταφέρουν πληροφορίες και εντυπώσεις που συσκοτίζουν αντί να διαφωτίζουν σχετικά με τα θέματα που εξετάζουμε. Για αυτό είναι πολύ χρήσιμο να αναζητούμε τα τεκμήρια πάνω στα οποία στηρίζονται και να διασταυρώνουμε κάθε πληροφορία και από μια τουλάχιστον διαφορετική πηγή.

Τέλος, σε μια έρευνα πολλές φορές δημιουργούμε μόνοι μας τις πηγές και τα τεκμήρια πάνω στα οποία στηριζόμαστε αργότερα. Η πιο απλή περίπτωση είναι όταν φωτογραφίζουμε ένα αντικείμενο ή μια σκηνή με τη φωτογραφική μας μηχανή ή τη βιντεοκάμερα κι έτσι δημιουργούμε ένα νέο τεκμήριο, χωρίς να έχουμε προκαλέσει τη δημιουργία του αντικειμένου που καταγράφουμε. Πιο σύνθετη είναι η περίπτωση μιας συνέντευξης ή μιας βιντεοσκοπημένης ξενάγησης ή επίδειξης, γιατί τότε εμείς προκαλούμε τη δράση που καταγράφουμε ώστε να γίνει τεκμήριο της ιστορίας. Για να αποφύγουμε τις αμφισβητήσεις και τα λάθη, προσπαθούμε να οργανώνουμε αυτές τις καταγραφές συστηματικά και να καταγράφουμε κάθε παράμετρό τους.

Οι πηγές της ιστορίας δεν έχουν όλες την ίδια μορφή, αλλά διαφέρουν ως προς το είδος των τεκμηρίων και τον τρόπο που εγγράφεται σε αυτό η πληροφορία. Μπορούμε εύκολα να διακρίνουμε τα αντικείμενα από τα γραπτά τεκμήρια (έγγραφα ή βιβλία) και αυτά από τις σύγχρονες μορφές αποτύπωσης της πληροφορίας με οπτικοακουστικά και ψηφιακά μέσα. Για να χρησιμοποιήσουμε πιο αποτελεσματικά τις πληροφορίες που συλλέγουμε αποτυπώνουμε τις πηγές σε ψηφιακή μορφή, ώστε να μπορούμε να τις συγκεντρώνουμε στον ίδιο ψηφιακό χώρο, να τις προβάλλουμε εύκολα και να τις διακινούμε με ευκολία και ταχύτητα.

Πολλές φορές μπορούμε να βρούμε έτοιμο υλικό από το Διαδίκτυο ή από παλαιότερες δημοσιεύσεις. Αυτό δε σημαίνει ότι μπορούμε πάντοτε να το χρησιμοποιήσουμε ελεύθερα. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να επικοινωνούμε με τους φορείς και τις υπηρεσίες που κατέχουν τα πρωτότυπα τεκμήρια ή τα πρόσωπα που διατηρούν τις συλλογές στις οποίες εντάσσονται. Το ίδιο πρέπει να γίνεται, όπου είναι δυνατόν, και με τα δημοσιευμένα έργα, σε περίπτωση αντιγραφής και δημοσίευσης μεγάλων αποσπασμάτων (για τα μικρά αποσπάσματα αρκεί η βιβιλιογραφική παραπομπή). Για κάθε πληροφορία ή τεκμήριο που χρησιμοποιούμε πρέπει να επισημαίνουμε με σαφήνεια ποιος είναι ο δημιουργός της (συγγραφέας, σχεδιαστής, φωτογράφος κλπ) και σε ποιο αρχείο, συλλογή ή βιβλιοθήκη φυλάσσεται.

 Για κάθε τομέα που μπορεί να διερευνήσουμε υπάρχουν και οι αντίστοιχοι φορείς, στους οποίους πρέπει κατ’ αρχήν να αναζητήσουμε πληροφορίες μετά από μια σύντομη αναζήτηση στο Διαδίκτυο. Ένας άλλος τρόπος είναι να αξιοποιούμε τις πληροφορίες που δίνονται για τις πηγές σε ήδη δημοσιευμένα έργα ή που ανακοινώνονται στον τύπο. Πολύ σημαντική είναι η αναζήτηση στα τοπικά αρχεία και βιβλιοθήκες, σε κέντρα ιστορίας, μουσεία και πολιτιστικούς φορείς κάθε περιοχής. Σε όλη τη χώρα λειτουργούν τοπικά παραρτήματα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, τα οποία έχουν την ευθύνη για τη διαφύλαξη της αρχειακής μας κληρονομιάς, καθώς και Εφορίες Αρχαιοτήτων και Νεοτέρων Μνημείων τις οποίες πρέπει να συμβουλευόμαστε σχετικά με αρχαιολογικά ευρήματα και παλαιά κτίσματα.

Οι πηγές που χρησιμοποιούμε αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ποιότητα της έρευνας και της παρουσίασής της. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν αρκεί η αναζήτηση ή η απλή παράθεσή τους αλλά χρειάζεται να τις εξετάζουμε κριτικά και να τις αξιοποιούμε για να δημιουργήσουμε μια νέα πρωτότυπη σύνθεση.