Ο Κέχρος και τα Αρριανά
Μετάβαση στο τέλος των μετα-δεδομένων
Μεταφορά στην αρχή του μεταδεδομένων
 

Ο Κέχρος και τα Αρριανά ανήκουν στο Δήμο Αρριανών, στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. 

Ο ΚΕΧΡΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ (ΟΡΕΙΝΗ ΡΟΔΟΠΗ)

Χιονισμένη Ροδόπη
Χιονισμένη Ροδόπη


Το χωριό μας είναι ο Κέχρος. Βρίσκεται πάνω στα βουνά, μία ώρα μακριά από Σάπες. Τα χωριά που είναι κοντά στον Κέχρο είναι η Κερασιά, το Σιδηροχώρι, το Χαμηλό, η Άνω Καμπή, η Κάτω Καμπή, η Χαράδρα, το Μικρό Κέχρο, η Τσούκκα, τα Βούρλα, η Χλόη και η Εσοχή. Οι κάτοικοι του Κέχρου είναι περίπου πενήντα, της Κερασιάς σαράντα και οι κάτοικοι του Χαμηλού είναι σαράντα.

Μερικά από τα χωριά είναι πολύ παλιά, όπως ο Κέχρος. Κανείς δεν ξέρει πότε χτίστηκε. Μόνο ξέρουν πώς πήρε το όνομα. Η ιστορία ήταν κάπως έτσι: Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε μια γυναίκα που την έλεγαν Μεχριέ. Αυτή η γυναίκα έζησε στην Εσοχή. Αυτή η γυναίκα είχε πολλά ζώα και τα πήγε στον Κέχρο. Στον Κέχρο είχε καλή τροφή και πολύ νερό για τα ζώα. Της άρεσε το χωριό και έκανε σπίτι και μαντρί. Αυτή, για να κερδίσει λεφτά, φύτεψε καρύδια. Τα καρύδια τα λέγανε «κοζ» και το χωριό ονομάστηκε στην αρχή «Το κόζι της Μεχριέ» και σιγά-σιγά το όνομα έγινε «Κέχρος» . 

Χωράφια στην περιοχή της Τσούκκα

Η ζωή παλιά…στην ορεινή Ροδόπη

Οι άνθρωποι ζούσαν παλιά στα χωριά πολύ δύσκολα, γιατί ούτε πλυντήριο είχε ούτε τίποτα. Τα ρούχα τα έπλεναν στα χέρια, πήγαιναν στο ποτάμι με ένα ξύλο και όταν βρέχονταν τα ρούχα, για να βγει η βρωμιά, τα βαρούσαν με το ξύλο. Δεν κοιμόνταν στα κρεβάτια• όλο κάτω στο πάτωμα. 

Από παλιά η δουλειά, τα φαγητά, τα σπίτια, η συγκοινωνία

Από παλιά η δουλειά…

Από παλιά δε δούλευαν μόνο οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες, γιατί δε φτάνουν μόνο οι άντρες. Οι γυναίκες πήγαιναν στα βόδια. Πήγαιναν στα βουνά με τα ζώα, να τα βοσκήσουν. Και άρμεγαν τις αγελάδες, τα πρόβατα και τα κατσίκια. Και είχε κάποια αμάξια με τέσσερις ρόδες και δέναν τα βόδια στο αμάξι και όργωναν τα χωράφια. Οι άντρες είναι στο χωράφι, οι γυναίκες είναι στα ζώα και στο σπίτι, και ήταν πολύ βαριά η δουλειά. Τώρα ζουν καλύτερα αλλά ακόμα μερικοί αρμέγουν τα ζώα. 

Βοσκοτόπι για τις αγελάδες

Και αυτοί έκαναν το ψωμί, θέριζαν, αλώνιζαν και το πήγαιναν στον μύλο. Και δεν είχε βρύσες, είχε ποτάμια, από ʾκεί κουβαλούσαν τα νερά. Όταν ήθελαν να ποτίζουν τα χωράφια τους, με λάστιχο τα πότιζαν και ερχόταν το νερό και μετά πότιζαν τους μπαχτσέδες. Ακόμα, όταν φύτευαν ντομάτες και φασόλια κάρφωναν τα παλούκια και μετά φύτευαν τα λαχανικά για να μεγαλώσουν ίσια. Αγαπούσαν πολύ τα φρούτα, όλο φύτευαν. 

Φράγμα στην Κερασιά, που δημιουργήθηκε πρόσφατα για τους μπαχτσέδες

Από παλιά το εμπόριο…

Από παλιά οι άνθρωποι δεν είχαν λεφτά, άλλαζαν πράγματα, δηλαδή έκαναν εμπόριο: π.χ. όταν κάποιος έχει πολύ σιτάρι αλλά δεν έχει αβγά αλλάζει με έναν άλλο, αυτός του δίνει σιτάρι και ο άλλος του δίνει αβγά.

Από παλιά είχε και παλιατζήδες. Οι παλιατζήδες γύριζαν σπίτι σπίτι και μάζευαν παλιά πράγματα. Αυτός δίνει το παλιό του πράγμα και ο παλιατζής τού δίνει λεφτά. Ύστερα είχε και τσαγκάρηδες, καλαθοποιούς και γαλατάδες.

Από παλιά τα φαγητά και τα πιάτα…

Από παλιά δεν αγόραζαν αριάνι (ξυνόγαλα), το έκαναν οι ίδιοι γιατί ήταν πιο υγιεινό και δεν είχε μηχανήματα και μαγαζιά. Ακόμα, όταν ήθελαν να κάνουν λάδι [λίπος] το έκαναν και αυτό στο σπίτι: έδεναν το δέρμα της κατσίκας με κλαδί και έκαναν από ξύλα ένα τρίγωνο και μέσα του έβαζαν το γιαούρτι. Μετά, έδεναν πάνω από το τρίγωνο το δέρμα του κατσικιού και το γέμιζαν με γιαούρτι και το κουνούσαν και έβαζαν μέσα του λίγο λίγο το νερό για να γίνει αριάνι και μετά βγαίνει ένα λάδι σαν κρέμα, κίτρινο. Και το τρώνε με ψωμί ζεστό, να βγει από τη σόμπα. Και όταν έψηναν φαγητό δεν το έψηναν σε φούρνο, το έψηναν στη φωτιά. Και τα πιάτα ήταν ολόκληρα από σίδερο για να μην χαλάσουν εύκολα. 

Εγκαταλειμμένη αποθήκη

Από παλιά οι δρόμοι…

Από παλιά δεν είχε σαν σήμερα δρόμους που από το ένα μέρος να πας και από το άλλο να έρχεσαι. Ήταν ένας δρόμος, από ένα μέρος πας και από εκείνο έρχεσαι. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο για εκείνους, τους παλιούς, γιατί το άλογο με το αμάξι ήθελε πολύ χώρο. Γι’ αυτό άρχισαν να ταξιδεύουν με άλογα και με γαϊδάρους. Αλλά όταν πήγαινε όλη η οικογένεια έπαιρναν πάλι το άλογο με το αμάξι. Δεν είχε ούτε αυτοκίνητα ούτε παπί, όλο ταξίδευαν με γάιδαρο και με άλογο. Πιο πολύ με άλογο, γιατί το άλογο είναι πιο μεγάλο και γερό και γι’ αυτό, όταν πήγαιναν ταξίδι και γύριζαν, φόρτωναν το άλογο ξύλα, γιατί η σόμπα δουλεύει με ξύλα.

Από παλιά τα σπίτια και τα καθίσματα…

Από παλιά τα σπίτια ήταν από λάσπη και πέτρες, δεν ήταν από τούβλα ή τσιμέντο. Σε αυτά τα σπίτια τούβλα είναι οι πέτρες και το τσιμέντο η λάσπη και δεν είχαν κεραμίδες, είχε ίσιες πέτρες. 

Απομονωμένο, εγκαταλειμμένο σπίτι στην Κάτω Καμπή

Από παλιά οι άνθρωποι δεν είχαν σαν σήμερα καθίσματα. Είχαν ένα που το έκαναν από τη γούνα του κατσικιού: όταν σφάζουν ένα ζώο για να το φάνε, παίρνουν τη γούνα του και του βάζουν λίγο αλάτι και το βάζουν για να στεγνώσει. Και όταν στεγνώσει το βάζουν στο πάτωμα και κάθονται πάνω του.

Τα σπίτια τους δεν ήταν τόσο ωραία, αλλά πολύ χρωματιστά, γιατί η αυλή τους ήταν σαν ανθοπωλείο, λουλούδια όσα θέλεις! Αλλά όχι μόνο η αυλή αλλά και οι άνθρωποι ντύνονταν πολύ χρωματιστά και έβαζαν πάνω στα αυτιά τους λουλούδι. Αλλά αυτό δε φαινόταν γιατί η γυναίκα φορούσε μαντίλι, αλλά όταν φιλιέται με τη φίλη της μυρίζει το λουλούδι και έτσι περνούσαν τη ζωή τους.

Πώς ντύνονταν οι άνθρωποι από παλιά, τα παπούτσια, τα αξεσουάρ

Οι άνθρωποι ντύνονταν από παλιά πολύ κλειστά με μαντίλα, με μακριά φούστα, με πουκάμισο και κάλτσες που πλέκαν οι γυναίκες και με μαύρα παπούτσια. Και τα κορίτσια έμεναν μακριά από τα αγόρια. Δεν έκαναν μακιγιάζ οι γυναίκες, ούτε έβαφαν τα νύχια τους γιατί όταν έβαφαν δεν μπορούσαν να κάνουν την προσευχή τους. Και όποιος έκανε τέτοια, δεν τον έβλεπαν με καλό μάτι αλλά σήμερα δεν έχει τέτοια. Πολλοί άντρες είχαν μουστάκια, γιατί σκέφτονταν ότι με τα μουστάκια πιο ωραία φαίνονταν. Τα αγόρια καθόλου δε μεγάλωναν μαλλιά, τα κορίτσια καθόλου δε φορούσαν παντελόνι και τα κορίτσια όλο κάθονταν στο σπίτι, δεν έβγαιναν πολύ συχνά. Όταν τα αγόρια πήγαιναν στην προσευχή φορούσαν ένα άσπρο καπέλο και το έπλεκαν οι γυναίκες. 

Οι άνθρωποι είχαν ένα ζευγάρι παπούτσι, όχι σαν σήμερα δέκα ή δεκαπέντε. Όταν χαλούσε το πήγαινε στον τσαγκάρη και ο τσαγκάρης έφτιαχνε το παπούτσι και αυτός συνέχιζε να το φοράει. 

Οι άνθρωποι φορούσαν και κολιέ και δαχτυλίδι και ρολόι, αλλά όλα από χάντρες, άλλο δεν είχε, μόνο αυτά. Και πολύ τους άρεσε να φοράνε ωραία ρούχα και μαντίλα, λουλούδια να βάζουν στο κεφάλι τους και έκαναν τα λουλούδια κολιέ και δαχτυλίδι. Από παλιά οι γυναίκες όχι μόνο ντύνονται, αλλά και όταν έπεφταν τα δόντια τους έβαζαν χρυσά και ασημένια δόντια, για να φαίνονται όμορφα. Ύστερα οι άνθρωποι πολύ πρόσεχαν τα νύχια και πώς οι άνθρωποι ντύνονται και πώς συμπεριφέρονται στους ανθρώπους και αν ωραία κάνουν τις δουλειές τους.

Από παλιά τα χρώματα…

Από παλιά δεν είχε μπογιές, αυτοί τις έκαναν. Έχει κάποια χόρτα που μεγαλώνουν πάνω στις πέτρες και οι άνθρωποι παίρνουν λίγο νερό και το βάζουν πάνω στην πέτρα για να πάρει το χρώμα του, του βάζουν λίγο ακόμα νερό και το ανακατεύουν και μετά ό,τι θέλουν βάφουν. Αλλά ό,τι ζωγραφίζουν το κάνουν στη γούνα του ζώου γιατί και εκείνη την εποχή δεν είχε χαρτί και αν το κάνεις στο χαρτί, το χαρτί θα σκιστεί. Και ακόμα δεν είχαν πινέλο, το έκαναν από τις τρίχες και τις έδεναν σε ένα μικρό ξύλο και μετά έβαφαν. Ύστερα και την κλωστή την κάνουν από τη γούνα του αρνιού, το λεπταίνουν και το κάνουν πολύ λεπτό και το χρησιμοποιούν.

Τα παλιά γιατρικά και οι λαϊκές δοξασίες

Τα φάρμακα

Από παλιά οι άνθρωποι έτρωγαν ασβέστη και γίνονταν καλά. Ακόμα είχαν στα χωράφια κάποια χόρτα και αυτά όταν τα έτρωγαν γίνονταν καλά και ακόμα τα τρώνε. Αυτά τα φυτά κανουν καλό στον πονοκέφαλο, αναπνέουμε πιο καλά και «ανοίγει τα πνευμόνια».


Βότανο από την ορεινή Ροδόπη
Βότανο από την ορεινή Ροδόπη

Και όταν κάποιος πάθει κάτι δεν πάνε στο γιατρό. Φωνάζουν το γιατρό. Και δεν του δίνει χάπια, του δίνει τσάι με χαμομήλι κ.α. 

Το μάτιασμα

Από παλιά όταν μια γυναίκα ή κάποιος άλλος βλέπει ένα κορίτσι ή ένα αγόρι με «κακό» ή «καλό μάτι» αυτός/ή ματιάζεται και για να μην αρρωστήσει το αγόρι ή το κορίτσι τού διαβάζουν κάτι που το διαβάζουν και στην προσευχή. Όταν κάποιος ματιάζεται, αρχίζει να πονάει το κεφάλι του, μετά η κοιλιά.

Από παλιά σε τι πίστευαν…

Από παλιά, όταν μια γυναίκα κοντεύει να γεννήσει ένα μωρό βάζουν ένα μαχαίρι στο ένα κάθισμα και το ψαλίδι στο άλλο και όταν η γυναίκα καθίσει πάνω στο μαχαίρι το παιδί της θα είναι αγόρι. Και πίστευαν ότι όταν καθίσει πάνω στο ψαλίδι, το παιδί θα είναι κορίτσι. Και σε αυτό πίστευαν: όταν μια γυναίκα γεννήσει αγόρι το πρόσωπό της φωτίζει. 

Η γλώσσα, η μουσική, η εκπαίδευση, οι κοινωνικές σχέσεις, η οικογένεια

Από παλιά πώς μιλούσαν…

Από παλιά οι άνθρωποι δε μιλούσαν πολύ τούρκικα, μιλούσαν πομάκικα. Αλλά ήξεραν και λίγα τούρκικα γιατί όταν κατεβαίνουν στην πόλη πρέπει να μιλάνε τούρκικα. Γιατί όταν πάνε το αλεύρι στο παζάρι πρέπει να μιλάνε οπωσδήποτε.

Από παλιά τα νέα…

Από παλιά τα νέα απλώνονταν πολύ γρήγορα. Π.χ. όταν μια γυναίκα ακούει κάτι παράξενο για άλλον ή κάτι κακό, καλό, άσχημο, γρήγορα πάει για να το πει και σε άλλους για να έχουν κάτι να μιλάνε και να λένε. 

Από παλιά τα μαθήματα

Από παλιά τα παιδιά πήγαιναν σχολείο αλλά δεν ήταν τα μαθήματα σαν σήμερα, ήταν πιο εύκολα. Αλλά για τα παιδιά δεν ήταν εύκολο, γιατί ο δάσκαλος όταν ένα παιδί έρθει στο σχολείο αδιάβαστο του δίνει μια κλωτσιά. Και τα παιδιά ούτε έβγαζαν κιχ!!! Γιατί όταν οι μπαμπάδες πήγαιναν στο σχολείο έλεγαν στους δασκάλους «το κρέας του παιδιού μου είναι δικό σου και τα κόκαλά του είναι δικά μου». Έτσι έλεγαν οι μπαμπάδες. Και γι’ αυτό και τα καημένα τα παιδάκια δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Και στο σχολείο μάθαιναν παλιά τούρκικα σαν αραβικά, αλλά δεν έχει τόνους. Ακόμα και διάβαζαν αραβικά και τα μάθαιναν απ’ έξω γιατί χρειάζεται για την προσευχή. 

Από παλιά τα παιχνίδια…

Από παλιά τα παιδιά έπαιζαν πιο πολύ γιατί δεν είχαν υπολογιστή, ποδήλατο, πάρκο, τηλέφωνο κλπ. Τα παιδιά, για να μην σφίγγει η ψυχή τους, έπαιζαν βόλεϊ. Μετά τα παιδιά έψαχναν να, κάτι στρόγγυλο για να το τρέχουν με ένα ξύλο και έτσι έπαιζαν. Έπαιζαν σαν σήμερα κρυφτό, πέντε πέτρες, κουτσάρι και έπαιζαν σαν να έχουν σπίτι, παιδί, άντρα κλπ., έτσι περνούσε η μέρα τους.

Από παλιά οι γάμοι και η οικογένεια...

Όταν παντρεύονταν έκαναν μεγάλο γάμο και με φαγητό και χόρευαν και πηδούσαν πάνω από τη φωτιά και, όταν κάποιος παντρευτεί, καθόλου δε βγάζει το δαχτυλίδι από το χέρι. Και δεν έτρωγαν στο τραπέζι, έτρωγαν στο πάτωμα και έτρωγαν από το ίδιο πιάτο και μεγάλο, για να φτάσει σε όλους. Και οι γυναίκες δε φορούσαν καθόλου κοντή φούστα και όταν ήταν στο σπίτι δεν έλεγαν ούτε ουφ!!! στην οικογένειά τους. 

Από παλιά η μουσική…

Από παλιά είχε μουσική όταν έκαναν γάμους. Μερικοί άνθρωποι χτυπούσαν τύμπανα και κάποιοι έπαιζαν κλαρίνο. Αυτό χρόνια και χρόνια δεν άλλαζε, όλο έπαιζαν τύμπανο και κλαρίνο. Και το αγαπούσαν αυτό. Αλλά όταν αυτά τα όργανα τα χτυπάνε έχει και μια γυναίκα που λέει τραγούδι, αλλά μια γυναίκα που η φωνή της είναι καλή. Και άλλες γυναίκες έχει με καλές φωνές, αλλά αυτοί θέλουν όποια αρέσει στον κόσμο, γι’ αυτό διαλέγουν την πιο καλή και οι άλλες γυναίκες ζηλεύουν σε μια άκρη. Και όταν γίνει γάμος και οι άντρες χορεύουν τσιφτετέλι και οι παλαιστές παλεύουν και οι άνθρωποι τα βλέπουν.

Η ζωή σήμερα στην ορεινή Ροδόπη

Οι άντρες πιο πολύ πάνε και κόβουν ξύλα πολύ μακριά και έρχονται σε πέντε μέρες. Οι γυναίκες φυτεύουν στη ζέστη και πάνε να βόσκουν αγελάδες.
Εμείς τα παιδιά, όταν δεν έχει σχολείο βοηθάμε στο σπίτι. Τα αγόρια πάνε και κόβουν ξύλα κοντά στο σπίτι τους για τη σόμπα. Τα κορίτσια πλένουν τα πιάτα και βάζουν να τρώει η οικογένεια και πλένουν τα ρούχα, σκουπίζουν, σφουγγαρίζουν…

Τα σπίτια τους οι άνθρωποι τα φτιάχνουν μόνοι τους, με τα χέρια τους: όποιος παντρεύεται, αυτός κάνει το σπίτι του. Παίρνουν τα εργαλεία και τα υλικά και με το τρακτέρ φέρνουν πέτρες και φωνάζουν δυο-τρεις εργάτες και το χτίζουν πολύ γρήγορα. «Ο αδερφός μου», αφηγείται η Μπουσρά «έκλεψε την κοπέλα του και με τρεις εργάτες έκανε το σπίτι του σε σαράντα μέρες. Η νύφη μου κάθησε στη γειτόνισσά μου και μετά από σαράντα μέρες έγινε ο γάμος. Όλοι απορούσαν πώς κάναμε το σπίτι τόσο γρήγορα. Καλά περνάνε τώρα τη ζωή τους, μετά από έξι χρόνια. Έχουν κι ένα παιδί που το λένε Ερέν».

Εμείς, οι μαθητές, περνάμε καλά τη ζωή μας και πηγαίνουμε κι ερχόμαστε κάθε μέρα στο σχολείο, στις Σάπες. Κάνουμε μία ώρα δρόμο. Μερικές φορές χαλάει το λεωφορείο. Η Μπουσρά, ο Χαρούν και ο Σουκρή διηγούνται: «Μια μέρα, το μεσημέρι που γυρνούσαμε στο σπίτι, πηγαίναμε με το λεωφορείο ανηφόρα και άρχισε να μη μας τραβάει. Και ο οδηγός μας πάτησε το γκάζι και κάτι έκανε θόρυβο (σα να κόπηκε κάτι). Ο οδηγός σταμάτησε το λεωφορείο και άνοιξε το καπάκι για να δει τι κόπηκε. Όταν άνοιξε, δεν μπόρεσε να δει τίποτα. Μετά φώναξε ένα εργάτη για να φτιάξει το λεωφορείο και ο εργάτης ήρθε στις 4:00 η ώρα». « Τα αγόρια», συνεχίζει η Μπουσρά «προχώρησαν με τα πόδια. Εγώ έμεινα μόνη μου με μια γυναίκα και με τον οδηγό και τον άντρα της γυναίκας. Και άρχισε λίγο να βρέχει και έπεσαν πολλές αστραπές, αλλά όχι κοντά μας».

Μας αρέσει ο τόπος μας. Πάμε όλοι και κάνουμε πικνικ στα βουνά και πάμε στα ποτάμια. Ακόμα, πίνουμε από τα ποτάμια. Τόσο καθαρά είναι! Εκεί πέρα είναι όλο πράσινα δέντρα.

ΑΡΡΙΑΝΑ


Αρριανά
Αρριανά

Ζούμε στα Αρριανά. Το δικό μας χωριό είναι σα μια πόλη. Γι’ αυτό, κάποιες φορές, το λέμε και Μικρό Παρίσι. Υπάρχουν πολλά μαγαζιά, όπως supermarket, καφενείο, φαρμακείο. Επίσης, υπάρχουν δύο δημοτικά σχολεία, δύο τζαμιά, ένα μουσικό εργαστήριο και το δημαρχείο. Σε αυτό το χωριό πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με τα χωράφια, δηλαδή είναι αγρότες. 

Γήπεδο Αρριανών
Αετός Αρριανών

Εμείς ψάξαμε και ρωτήσαμε για τη ζωή και την ενδυμασία των γυναικών τα παλιά χρόνια.

Πώς ζούσαν και τι φορούσαν οι γιαγιάδες μας; Πόσο έχει αλλάξει αυτό σήμερα;

Στα παλιά χρόνια οι γυναίκες, δηλαδή οι γιαγιάδες μας, φορούσαν φερετσέ (ferace) και μαντίλι. Το φερετσέ είναι ένα μαύρο φόρεμα και το μαντίλι που ξέρουμε όλοι. Οι γιαγιάδες μας που ήταν Μουσουλμάνες και χωρίς το φερετσέ και το μαντίλι δεν μπορούσαν να βγουν έξω. Για παράδειγμα, εμείς που μιλήσαμε με τη γιαγιά μας, μας είπε πολλά πράγματα. Ο μπαμπάς της γιαγιάς μου δεν την άφηνε ούτε σχολείο να πάει επειδή ήταν κορίτσι και έπρεπε να φοράει το φερετσέ και το μαντίλι. Η γιαγιά της Σινέμ αφηγείται:  

«Eski zamanlarda…στα παλιά τα χρόνια οι άνθρωποι φορούσαν παλιά ρούχα, που γι’ αυτούς που τα φορούσαν ήταν καινούρια. Τα φορούσαν και χόρευαν και έπαιζαν μουσική. Και όταν ήθελαν να πλύνουν τα ρούχα τους πήγαιναν στο ποτάμι και τα έβαζαν πάνω στις πέτρες και έτσι, με αυτή τη δυσκολία, έπλυναν τα ρούχα τους. Επειδή οι γονείς δεν άφηναν τα κορίτσια να βρεθούν με τα αγόρια και αυτοί κρυφά συναντιόνταν στο ποτάμι. Δηλαδή, στα παλιά τα χρόνια δεν ήταν όπως σήμερα, να μιλάνε άνετα με τα κορίτσια, αλλά κρυφά, από μακριά… Αντί για αμάξι πήγαιναν με γαϊδούρι, επειδή τότε δεν υπήρχε αυτοκίνητο. Υπήρχαν μερικοί γονείς, με το ζόρι δίναν στα κορίτσια να φοράνε φερετζέ και μαντήλι. Όταν πήγαιναν σε έναν γάμο έπρεπε πάλι να φορέσουν αυτά. Το μακιγιάζ το έκαναν, όμως λίγο που δεν φαίνεται πολύ. Τα μάτια τους βάφανε με το κάρβουνο. Στα παλιά χρόνια οι γυναίκες φορούσαν ή φούστα που ήταν μακριά ή μια φαρδιά παντελόνα μέσα στο φερετσέ.»

στα παλιά τα χρόνια ... eski zamanlarda

Και η γιαγιά της Σινέμ συνεχίζει τη διήγησή της και αναφέρεται στην εποχή των μητέρων μας…αnnelerimizin zamanında: τα πράγματα ήταν λίγο πιο διαφορετικά από παλιότερα. Για παράδειγμα, οι μητέρες μας δε φορούσαν μόνο φερετζέ αλλά και μαντό. Για να πλένουν τα ρούχα τους δεν πήγαιναν στο ποτάμι, διότι σιγά σιγά άρχισαν να κυκλοφορούν τα πλυντήρια. Στην εποχή των γιαγιάδων μας απαγορευόταν να φοράνε παντελόνι, αλλά στην εποχή των μητέρων μας μπορούσαν. Τότε δεν υπήρχαν μαγαζιά που πωλούσαν ρούχα, ούτε φροντιστήρια, και τα μάρκετ που υπήρχαν ήταν πολύ μικρά και παλιά.

Τέλος, η γιαγιά της Σινέμ μιλάει και για τα δικά μας χρόνια…bızım zamanımız: Λέει ότι η δική μας εποχή είναι πολύ διαφορετική. Υπάρχουν μεγάλα μαγαζιά και ό,τι θέλουμε μπορούμε να το κάνουμε με μεγαλύτερη ευκολία. Επειδή η τεχνολογία έκανε μεγάλη πρόοδο δεν αντιμετωπίζουμε δυσκολίες. Για να μάθουμε καινούρια πράγματα πηγαίνουμε στα φροντιστήρια. Όσον αφορά στα ρούχα, τα κορίτσια φοράμε ό,τι θέλουμε, δηλαδή μπορούμε να μη φοράμε και μακριές φούστες. Οι γονείς μας δεν ανακατεύονται τόσο πολύ και μπορούμε να πηγαίνουμε στα «ραντεβού» μας με τα αγόρια. Αλλά, όπως και να ΄ναι, πιστεύει η γιαγιά, στις παλιότερες εποχές όλα ήταν πιο καλά και ωραία, διότι υπήρχαν κανόνες, ενώ τώρα ο καθένας κάνει ό,τι θέλει και αυτό δεν είναι καθόλου καλό. 

Τι φορούσαν οι γυναίκες στο γάμο και στις θρησκευτικές γιορτές (μπαϊράμι);

Στα παλιά χρόνια οι γυναίκες φορούσανε απλά ρούχα όμως φαίνεται απίστευτο γιατί σήμερα έχει πολλά μοντέλα. Φορούσαν μεγάλα παντελόνια και φερετζέ με μαντήλι και όχι κάτι άλλο. Αυτά τα φορούσαν στο σπίτι. Όταν πήγαιναν στο χωράφι φορούσαν πιο παλιά ρούχα.

 Όμως στους γάμους ντυνότανε πάρα πολύ καλά. Φορούσαν τα πιο καινούρια ρούχα. Στα παλιά χρόνια οι γιαγιάδες μας φορούσαν νυφικά, είχαν πάνω τους όλο δαντέλες, πέρλες… και ήταν μακριά.

Παλιό νυφικό

Παλιά οι γυναίκες έβαζαν αγιόκλημα γιατί γινότανε γάμος, για να τις δει όλος ο κόσμος. Όταν παντρεύονταν οι γυναίκες έβαζαν σκουλαρίκια, έβαζαν στα χέρια τους χένα.

Φόρεμα που φοράει η νύφη κατά το έθιμο της χένας / harballi
Φόρεμα που φοράει η νύφη κατά το έθιμο της χένας (harballι)

Επίσης όταν παντρεύονταν οι παλιές γυναίκες έβαζαν στα χέρια τους «αμύγδαλο δαχτυλίδι», είναι μεγάλο γιατί μοιάζει τα αμύγδαλα. 

Κοσμήματα της νύφης

Στον αρραβώνα και στο γάμο ο γαμπρός και η πεθερά κάνουν δώρο στη νύφη κοσμήματα.

Δώρο αρραβώνα
Δώρο γάμου

Συνήθως, στο γάμο δίνουνε δώρα οικιακά είδη ή σκεύη κουζίνας.

Τα έθιμα του γάμου ήταν το πρωί να δίνουν φαγητό στους επισκέπτες του γάμου. Τα φαγητά ήταν μαγειρεμένα σε καζάνι. Και το βράδυ γινόταν κανονικός γάμος και χόρευαν όσο θέλουν με μουσική…

Όταν είχε μπαϊράμι έβαζαν πέρλες για να δούνε [οι άλλοι] ότι είναι πλούσιοι.

Για το μπαϊράμι

Τα παλιά χρόνια έβαζαν στα μαλλιά τους οι γυναίκες ένα στολίδι σαν κλαδί και είχε το κεφάλι του πουλιού.

Και σήμερα πολλά πράγματα είναι τα ίδια: το έθιμο της χένας (harballi) γίνεται μέχρι τις μέρες μας. Και η νύφη στο γάμο αλλάζει τρία νυφικά.

Πρώτο νυφικό (από τα τρία που φοράει η νύφη)